The bus fare increased from 90p to £1.30 on January 1st.
cab faren
(charge for a taxi journey)
ταρίφα ουσ θηλ
Bianca paid the cab fare.
carfare, car faren
US (fee paid for a bus or taxi ride)
κόμιστρο ουσ ουδ
ναύλος ουσ αρσ
fare-dodger, fare dodgern
UK ([sb] who evades paying a fee)
κακοπληρωτής, κακοπληρώτρια ουσ αρσ, ουσ θηλ
(φορολογία)
φοροφυγάς ουσ αρσ/θηλ
(καθομιλουμένη: χρέη)
μπαταχτσής, μπαταχτσού ουσ αρσ, ουσ θηλ
(λογαριασμός)
τσαμπατζής, τσαμπατζού ουσ αρσ, ουσ θηλ
Σχόλιο: Η επιλογή της κατάλληλης μετάφρασης γίνεται κατά περίπτωση. Αν κανένας από τους προτεινόμενους όρους δεν είναι κατάλληλος, τότε απαιτείται περιφραστική απόδοση.
Fare-dodgers are likely to receive a fine if caught.